Η Βορμς (γερμ. Worms) είναι πόλη στο κρατίδιο Ρηνανίας-Παλατινάτου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και είναι κτισμένη στην αριστερή όχθη του ποταμού Ρήνου, αποτελώντας σημαντικό ποτάμιο λιμένα. Σύμφωνα με την επίσημη απογραφή του 2010 έχει 81.736 κατοίκους. Θεωρείται ως η παλαιότερη πόλη της Γερμανίας και συμμετέχει στο Ευρωπαϊκό δίκτυο "Οι αρχαιότερες πόλεις της Ευρώπης" (Most Ancient European Towns Network.
Η ιστοσελίδα της πόλης προσφέρει παροραμικά εικονικά ταξίδια και θέαση της πόλης:
Κατά την Νεολιθική εποχή, γύρω στο 5000 π.Χ., στην περιοχή εγκαταστάθηκαν, για πρώτη φορά, καλλιεργητές και αγελαδοτρόφοι. Την εποχή του Χαλκού πραγματοποιήθηκε εισβολή της ομάδας "Adlerberg" (2300 - 2200 ως 1800 π.Χ.), τμήμα του πολιτισμού των "Ουνέτικων" (Únětice), που έζησαν στην Κεντρική Ευρώπη κατά τις αρχές της πρώιμης εποχής του Χαλκού. Το παλαιότερα απαντώμενο όνομα της πόλης είναι "Borbetomagus", κελτικής προέλευσης, που αποδίδεται ως "γη του Borbet". Οι Ρωμαίοι ονόμασαν την πόλη "civitas Vangionum", δίνοντάς της το όνομα της φυλής των Βανγκιόνων (Vangiones) που είχε εγκατασταθεί εκεί τον 1ο μ.Χ. αιώνα. Οι κάτοικοι της πόλης αυτοαποκαλούνταν "Βανγκίονες" μέχρι τον 16ο αιώνα. Από το ίδιο όνομα προκύπτει και το τοπωνύμιο της παραπλήσιας περιοχής Wanengau (μετονομάστηκε σε Wonnegau). Η λατινική ονομασία "Wormatia" (απ' όπου και το σημερινό όνομα της πόλης) εμφανίστηκε για πρώτη φορά μεταξύ 6ου και 7ου μ.Χ. αιώνα. Οι Ρωμαίοι διαμόρφωσαν το πολεοδομικό της σχέδιο και κατασκεύασαν στην πόλη Αγορά και ναούς του Δία, της Γιούνο, της Αθηνάς και του Άρη. Το 413 έγινε η πρωτεύουσα των Βουργουνδών, οι οποίοι επαναστάτησαν κατά του Ρωμαίου κυβερνήτη Φλάβιου Αέλιου το 435. Ο κυβερνήτης κάλεσε τους Ούννους, με τους οποίους υπήρχε συμμαχία, και αυτοί κυρίευσαν και κατέστρεψαν την πόλη το 436. Η καταστροφή της πόλης αλλά και του βασιλείου των Βουργουνδών υπήρξαν πηγές έμπνευσης για το έπος των Νιμπελούνγκεν (περ. 1200, δες παρακάτω). Στη συνέχεια η πόλη έγινε μια από τις έδρες της Καρολιγγιανής δυναστείας και οι επίσκοποί της είχαν στενές σχέσεις με τη βασιλική αυλή κατά τον 8ο και τον 9ο αιώνα. Ο Καρλομάγνος είχε σαφή προτίμηση στη Βορμς ως τόπο διαμονής του, ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες, ενώ στην πόλη συνυπήρχαν και Γάλλοι και Γερμανοί. Κατά τον 11ο αιώνα, οι εβραϊκές κοινότητες της Βορμς, του Μάιντς και του Σπέγερ έχαιραν μεγάλης εκτίμησης στην Γερμανική Αυτοκρατορία. Τα μέλη της θεωρούσαν ότι η εκεί εβραϊκή κοινότητα ήταν η παλαιότερη στην Ευρώπη, αφού δημιουργήθηκε κατά την πρωτοχριστιανική περίοδο, ωστόσο η πρώτη επίσημη αναφορά σε αυτήν γίνεται το 588. Στις 18 και στις 25 Μαΐου 1096, όμως, ως προοίμιο της Πρώτης Σταυροφορίας, στην πόλη έγινε πογκρόμ κατά των Εβραίων, με συνέπεια σχεδόν όλοι οι Εβραίοι της Βορμς (περίπου 800) να δολοφονηθούν. Εξαίρεση αποτέλεσαν όσοι αυτοκτόνησαν και μερικοί που βαπτίσθηκαν Χριστιανοί δια της βίας. Λίγο αργότερα η εβραϊκή κοινότητα επανασυστάθηκε στη Βορμς, με συνέπεια να γίνουν νέες διώξεις το 1146 κατά τη διάρκεια της Δεύτερης Σταυροφορίας και, αργότερα, το 1196. Παρόλ' αυτά, όταν η πόλη πολιορκήθηκε, κατά τα τέλη του 12ου αιώνα, από τον βασιλέα Όττο, οι Εβραίοι, έχοντας ταχθεί υπέρ του αντιπάλου του Φιλίππου της Σουηβίας, έλαβαν μέρος στην άμυνα της πόλης. Η εβραϊκή κοινότητα συνέχισε να υπάρχει και κατασκευάστηκε νέα συναγωγή, η οποία διατηρήθηκε ως το πογκρόμ των Ναζί το 1938, οπότε και καταστράφηκε. Μολονότι οι Εβραίοι από άλλες πόλεις εκδιώχθηκαν από τη Βορμς τον 15ο αιώνα, η εβραϊκή συνοικία εξακολούθησε να υπάρχει. Η κοινότητα διαλύθηκε ολοσχερώς κατά τη διάρκεια της ναζιστικής διακυβέρνησης και σήμερα παραμένουν ορισμένα μνημεία της, όπως το εβραϊκό νεκροταφείο (το παλαιότερο εβραϊκό νεκροταφείο στην Ευρώπη) και η ανακατασκευασμένη, σε νεορωμανικό στυλ, συναγωγή.
Στην πόλη διεξήχθησαν περισσότερες από 100 Δίαιτες. Ο αυτοκράτορας Μαξιμιλιανός, στη Δίαιτα του 1495 διακήρυξε την "αιώνια δημόσια ειρήνη" (Ewiger Landfriede), ενώ στην πιο γνωστή όλων Δίαιτα του 1521 ο Μαρτίνος Λούθηρος εμφανίστηκε για να υπερασπίσει τις πεποιθήσεις του ενώπιον του αυτοκράτορα Καρόλου Ε΄.Ο Λούθηρος δεν έπεισε τότε τον αυτοκράτορα, ο οποίος τον κάλεσε να αναθεωρήσει τις απόψεις του, και, όταν ο Λούθηρος αρνήθηκε, λέγοντας την ιστορική φράση "βρίσκομαι εδώ μπροστά σας, δεν μπορώ να κάνω τίποτε άλλο", ο αυτοκράτορας τον έθεσε εκτός νόμου.
Μνημείο δημιουργημένο προς τιμή του μεγάλου μεταρρυθμιστή Μαρτίνου Λούθηρου, κατασκευάστηκε από τον Ερνστ Ρίτσελ (Ernst Rietschel) και τα αποκαλυπτήριά του έγιναν στις 25 Ιουνίου 1868 και το μνημείο παραδόθηκε στην πόλη σε μια τελετή που αποτέλεσε "εορτασμό των Προτεσταντών Χριστιανών, στην οποία παρέστησαν πολλές ηγετικές φυσιογνωμίες της Προτεσταντικής Εκκλησίας και 20.000 κόσμου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο μνημείο της Μεταρρύθμισης στον κόσμο. Τα πρώτα σχέδια για τη δημιουργία μνημείου για την Μεταρρύθμιση ανάγονται στον 18ο αιώνα. Υλοποιήθηκαν μόνο το 1856, όταν η ένωση Luther-Denkmal-Verein (Ένωση του μνημείου του Λούθηρου) αποφάσισε να τα υλοποιήσει, κατασκευάζοντάς το. Για την κατασκευή έγιναν δωρεές από ολόκληρη την Ευρώπη αλλά και τη Βόρεια και Νότια Αμερική. Το μνημείο σχεδιάστηκε από τον Ρίτσελ το 1859, αλλά αυτός απεβίωσε το 1861 και το ολοκλήρωσαν οι μαθητές του Ντόνντορφ (Donndorf), Κίιτς (Kietz), Σίλλινγκ (Schilling) και ο αρχιτέκτονας Νικολάι (Nicolai). Το 2008 το μνημείο υπέστη προσεκτική και λεπτομερή αναστήλωση.
Ο πρώτος καθεδρικός στην πόλη κατασκευάστηκε από τον Μπέρτχουλφ (Berthulf), επίσκοπό της, το 614 και ήταν πολύ μικρότερος σε σχέση με τον σημερινό. Ο σημαντικότερος επίσκοπος της Βορμς, ο Μπούρχαρντ (Burchard, 1000 - 1025) άρχισε να κατασκευάζει νέο καθεδρικό επάνω στον ήδη υπάρχοντα, με τις σημερινές σχεδόν διαστάσεις και διατηρώντας ορισμένα τμήματα του παλαιού, σε νεορωμανικό στυλ. Ο ναός αυτός αποτέλεσε τόπο ταφής για τα μέλη της Σαλιανής δυναστείας, η οποία διέθετε φρούριο στη Βορμς από τον 11ο αιώνα. Ορισμένοι από τους τάφους είναι ακόμη ορατοί στην κρύπτη του ναού. Ο ναός καθαγιάστηκε το 1018 και εκατό χρόνια αργότερα ο ναός απέκτησε τη σημερινή του μορφή. Πρώτα κατασκευάστηκε το ανατολικό τμήμα (1124 - 1144), στη συνέχεια ο κεντρικός ναός (1160 - 1170) και το ιερό ολοκληρώθηκε το 1181, οπότε και καθαγιάστηκε ο καινούργιος ναός. Τελευταίο ολοκληρώθηκε το δυτικό τμήμα, κατά τα τέλη του 12ου αιώνα. Κατά τον Μεσαίωνα τον ναό επισκέφθηκαν πολλοί αυτοκράτορες. Γύρω στα 1300 το παρεκκλήσιο του Αγίου Νικολάου αντικαταστάθηκε από γοτθικό παρεκκλήσι και η νότια πύλη ανακατασκευάστηκε σε γοτθικό στυλ. Αργότερα κατασκευάστηκε το εγχάρακτο κωδωνοστάσιο με σκηνές από τη ζωή του Ιησού (τέλη του 15ου αιώνα). Ο ναός υπέστη πολλές καταστροφές κατά την κατάληψη της πόλης από τους Γάλλους, αναστηλώθηκε και απέκτησε νέα Αγία Τράπεζα, δημιούργημα του Μπαλτάζαρ Νόιμαν (Balthasar Neumann). Υπέστη, επίσης, καταστροφές κατά τους βομβαρδισμούς στον Β΄ Παγκόσμιο, αλλά αποκαταστάθηκε μεταπολεμικά με προσπάθεια χρήσης όσων υλικών έγινε δυνατό να διασωθούν.
Μια εικονική επίσκεψη στο ναό:
Το έπος των Νιμπελούγκεν
Υπόθεση: Ο Ζίγκφριντ, φτάνει στη Βορμς, για να κατακτήσει την Κρίμχιλντ, της οποίας έχει ακούσει να υμνούν την ανυπέρβλητη ομορφιά. Ο πρίγκιπας έχει προηγουμένως αρπάξει τον καταραμένο θησαυρό των Νιμπελούνγκεν και έχει γίνει άτρωτος μετά το λουτρό στο αίμα του δράκοντα που σκότωσε. Άτρωτος παντού, εκτός από ένα σημείο...To Nibelungenlied, το Τραγούδι των Νιμπελούνγκεν, των παιδιών της ομίχλης δηλαδή (η λέξη Nebel στα γερμανικά έχει την ίδια ρίζα με την ελληνική λέξη νεφέλη), είναι, ίσως, το ωραιότερο μεσαιωνικό έπος, η αντίστοιχη Ιλιάδα της γερμανικής φιλολογίας. Ένα επικό ποίημα, αγνώστου συγγραφέως, γραμμένο περί τα 1.200 μ.Χ., που συμπαρασύρει τον αναγνώστη στον ξέφρενο καλπασμό των δραματικών του διαλόγων. Βασισμένο σε ένα σύμφυρμα ψηγμάτων της ιστορίας, στοιχείων της γερμανικής παγανιστικής μυθολογίας, θρύλων των σκανδιναβικών χωρών, ακόμη και στις λαϊκές δοξασίες σλαβικών παραμυθιών, αναβιώνει με θαυμαστή λιτότητα τους θρύλους και την εποποιία της ευρωπαϊκής ιπποσύνης, αλλά και την σκοτεινή ανθρώπινη φύση, όπως αυτή παρουσιάζεται στις αρχαίες τραγωδίες. Ένας αμύθητος θησαυρός, ένας μεγαλόπνοος έρωτας, μια αντιζηλία, ένας στυγερός φόνος, ένας αιματηρός πόλεμος, μια γυναίκα που διψά για εκδίκηση και φτάνει να σκοτώσει ακόμη και το ίδιο της το παιδί, αλλά και νεράιδες, ρωμαλέοι ιππότες, αχρεία, ποταπά ανθρωπάκια, ο προαναγγελθείς όλεθρος... Ο έρωτας και η εκδίκηση, η δόξα και η φιλαργυρία είναι οι προφάσεις που χρησιμοποιεί η ανελέητη μοίρα για να οδηγήσει τους ήρωες στο αμετάκλητο πεπρωμένο, στο φοβερό τέρμα μιας διαδρομής, όπου τους περιμένει ο θάνατος μέσα σ' ένα πρωτοφανές λουτρό αίματος.Αυτό είναι το μυθολογικό σύμπαν του σκοτεινού και βλοσυρού αυτού ποιήματος, που ενέπνευσε τον Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν στην συγγραφή της διάσημης τριλογίας του Ο Άρχοντας των δαχτυλιδιών, τον Ριχάρδο Βάγκνερ, στην σύνθεση της θαυμαστής τετραλογίας του Το δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν, αλλά και τον Φριτς Λανγκ που το μετέφερε υποδειγματικά στην μεγάλη οθόνη.
Εδώ το μνημείο του Μαρτίνου Λούθηρου σε μικρογραφία για να το γνωρίσουν και όσοι έχουν προβλήματα όρασης, έχει και κείμενο σε γραφή Braille:
Το τραγούδι των Νιμπελούνγκεν (Das Nibelungenlid, 1200 μ.Χ.), μετάφραση, σχόλια, εισαγωγή: Δημήτρης Γ. Πεταλάς
εκδόσεις Στοχαστής, σ. 440
Τα μεγάλα έπη των λαών, η καταγωγή των οποίων πρέπει να αναζητηθεί στην αυγή του κόσμου, όταν ο homo sapiens άρχισε, έστω και υποτυπωδώς, να συνειδητοποιεί τον εαυτό του και το περιβάλλον του, δεν παραπέμπουν μόνο στη χαμένη μνήμη της ανθρωπότητας, σύμφωνα με τη σύγχρονη επιστημονική έρευνα, αλλά μέσω της «εξωλογικής» ομορφιάς τους και της ανάλογης «παραμυθένιας» μυθολογίας τους ρίχνουν ένα αποκαλυπτικό βλέμμα στο μυστηριώδες, αινιγματικό ανθρώπινο τοπίο. Υπό αυτή την έννοια, ως «μυθολογικά» αρχέτυπα, υπερβαίνουν το εξωτερικό, «μαγικό» τους ένδυμα και λειτουργούν ως κάτοπτρα, εντός των οποίων ο άνθρωπος αντικρίζει τον υπαρξιακό, αυθεντικό (;) εαυτό του.
Το διαπιστώνει κανείς στο θαυμαστό «Τραγούδι των Νιμπελούγκεν», που είναι, τηρουμένων των αναλογιών, η αντίστοιχη Ιλιάδα και Οδύσσεια της γερμανικής φιλολογίας. Γράφτηκε περί το 1200 μ.Χ. από άγνωστο ποιητή - τροβαδούρο, κατά πάσα πιθανότητα, ο οποίος γνώριζε τη σημασία της αφήγησης· πώς δηλαδή να γοητεύει και να συναρπάζει το κοινό του. Στο σώμα τού έν λόγω έπους συνυπάρχουν, αρμονικά συνδεδεμένα μεταξύ τους, στοιχεία Ιστορίας και μυθολογίας γερμανικής καταγωγής, θρύλοι σκανδιναβικών χωρών, μνήμες σλαβικών μύθων και ρωσικών παραμυθιών. Ο ποιητής αφηγείται τα γεγονότα που το συνθέτουν, χρησιμοποιώντας τον προφορικό λόγο, γεγονός που εξασφαλίζει την αμεσότητα του ακροατή του. Η ευρωπαϊκή ιπποσύνη, η πορεία της Κεντρικής Ευρώπης προς το ιστορικό της γίγνεσθαι, αλλά και αυτή καθεαυτήν η υπαρξιακή περιπέτεια του ανθρώπινου όντος, καθώς αυτό μετεξελίσσεται και μεταβαίνει από τη σκοτεινή ενστικτώδη εφηβεία του προς τη συνειδητότητα της επώδυνης ωριμότητας, είναι τα ουσιώδη στοιχεία που ανιχνεύονται στα θεμέλια του έπους.
Στο προσκήνιό του αβυσσαλέα πάθη, έρωτες, μίση, δολοπλοκίες, ραδιουργίες, δολοφονίες, εγκλήματα, φόνοι, συγκρούσεις, πόλεμοι συνυπογράφουν, με την πρωτόγονη ωμότητά τους, αν όχι και κτηνωδία, το ύφος βάρβαρων εποχών, στις οποίες κυριαρχεί το ένστικτο. Ο άνθρωπος, υπόδουλος του ζωώδους εαυτού του, ανεξαρτήτως φύλου και θέσεώς του στον περίκλειστο χώρο που κατοικεί, προσπαθεί να υπερβεί τον πρωτόγονο εαυτό του, να εξανθρωπιστεί και να διαχωριστεί από το άλογο κτήνος που εμφωλεύει στο σκοτεινό του άδυτο. Πλην επί ματαίω. Υποκύπτει πάντα στο ανεξήγητο ορμέμφυτο που λειτουργεί ερήμην της νόησής του. Ετσι, όλα τα πρόσωπα κατέρχονται στην αρένα του δράματος, με τα θετικά και τα αρνητικά χαρακτηριστικά τους, απογυμνωμένα εντελώς από τα εξωτερικά ψιμύθια και τα υποκριτικά προσωπεία που θα τους προσφέρει πολύ αργότερα ένας κατ' επίφασιν «πολιτισμός», επιβεβαιώνοντας το μυστηριώδες φαινόμενο της ανθρώπινης οντότητας. Φαινόμενο συγκλονιστικό, που αναιρεί το μέχρι πρότινος ανεδαφικό ιδεολόγημα ότι οι καταστάσεις δημιουργούν τον άνθρωπο. Μέγα λάθος. Ο άνθρωπος δημιουργεί ενσυνειδήτως τις καταστάσεις και τα γεγονότα που «σχηματίζουν» -και οικοδομούν- την κοινωνικοπολιτική - θρησκευτική Ιστορία του, η οποία και αποκαλύπτει τον χαρακτήρα του, τον μόνο υπεύθυνο για τις πράξεις του. Σύμφωνα με αυτές, ως απόδειξη του προαναφερθέντος χαρακτήρα του, «η μεγάλη κινητήρια δύναμη της μοίρας είναι (μόνον) η εκδίκηση» - αυτή καθορίζει τον υπαρξιακό του βηματισμό. Ενα άγριο σκοτεινό συναίσθημα που στρέφεται εναντίον της Φύσης και του Θεού, δυνάμεων υπεύθυνων για τον θάνατό του, δηλαδή την πλήρη εκμηδένισή του. Και είναι αυτό ακριβώς εντέλει το σκοτεινό συναίσθημα που γεννά τα πλέον βίαια πάθη, ουσιώδες συστατικό οικοδόμησης του φοβερού Τραγουδιού των Νιμπελούγκεν, μια προβολή κατά βάθος της παγκόσμιας ανθρώπινης κοινότητας. Γεγονός που επιβεβαιώνεται όχι μόνο από τις προαναφερθείσες κεντροευρωπαϊκές πηγές του, αλλά και ποικίλες άλλες. Καθόλου τυχαίο ότι κοινά σημεία στα πρόσωπα, στις καταστάσεις και στα γεγονότα του άσματος ανιχνεύονται στο παγκόσμιο μυθολογικό πάνθεον. Ο Ζίγκφριντ, κεντρικό πρόσωπο του Τραγουδιού των Νιμπελούγκεν, που λογίζεται και ως αρχετυπικός ήρωας - ημίθεος, ανήκει στην οικογένεια των δρακοντοκτόνων ηρώων, όπως ο Ηρακλής, ο Ινδός Ιντρα, ο Ιρανός Φεριντούν, αλλά και ο Γκιλγκαμές, ο Αχιλλέας, ο Αρθούρος. Εχοντας αρπάξει τον καταραμένο θησαυρό των Νιμπελούγκεν, των Υιών της Ομίχλης, και λουστεί στο αίμα του δράκοντα, χθόνιο τέρας που συμβολίζει τις δυνάμεις του Χάους και του Σκότους, εμβάπτισμα που τον καθιστά αθάνατο, εκτός από ένα σημείο του σώματός του, έρχεται στην πόλη Βορμς προκειμένου να κατακτήσει την παρθένα Κρίμχιλντ. Παράλληλα βοηθά τον φίλο του Γκούντερ να κερδίσει και αυτός, αλλά με απάτη, την ωραία Μπρίχιλντ. Αυτή, με τη βοήθεια του πιστού της Χάγκεν, από τα πλέον εμβληματικά πρόσωπα του έργου, θα οργανώσει την εκδίκηση της εξαπάτησής της. Ο Ζίγκφριντ θα δολοφονηθεί από τον Χάγκεν. Η Κρίμχιλντ θα απαιτήσει τη δοκιμασία του αίματος, τελετουργία που θα αποκαλύψει τον φονιά Χάγκεν. Από το σημείο αυτό και μετά οι τρομακτικές ανθρωποκτονίες διαδέχονται η μία την άλλη, με το χυμένο αίμα να διαποτίζει ολόκληρο το έπος μέχρι το εφιαλτικό τέλος του. Ο ποιητής το «κλείνει» με τη μελαγχολική επωδό: «Ετσι τελειώνει το μακρύ μαρτύριο, η συμφορά των Νιμπελούγκεν ...όπως κάθε χαρά είναι μοιραίο να καταλήξει στη θλίψη».
Κανείς δεν είναι άμεμπτος, αθώος, τίμιος, ευγενής, υψηλόφρων στο εν λόγω έπος. Από τον ήρωα μέχρι τον υπηρέτη, δούλο, στρατιώτη, άρχοντα ή πληβείο, πλούσιο ή φτωχό, όλοι έχουν τις σκοτεινές πλευρές τους. Κι αυτή είναι τελικά η βαθιά ομορφιά του δράματος· η εμφάνιση του ανθρώπου ως δημιουργού της ιστορίας του, όπως ακριβώς είναι, απεκδυμένο από μεταφυσικές μυθολογίες. Μικρό και ταυτόχρονα μεγάλο. Ωραίο και άσχημο. Δαίμονας και άγγελος. Ενα περίπλοκο αινιγματικό ον που συνεχίζει τις προσπάθειες απεγκλωβισμού του από το σκοτάδι προς το φως· μπορεί, λοιπόν, να σκεφτεί κανείς ότι ο Ποιητής χρησιμοποίησε το Τραγούδι του ως πρόσχημα, θέλοντας να παρουσιάσει αυτό το πλάσμα στις σωστές (;) διαστάσεις του. Ετσι, το έπος του μεταμορφώνεται σε ένα υπαρξιακό κάτοπτρο εντός του οποίου ο άνθρωπος αντικρίζει περίτρομος το είδωλό του χωρίς προσωπείο. Από αυτή την άποψη, στο Τραγούδι των Νιμπελούγκεν η αρχαία ελληνική τραγωδία συναντά το μεσαιωνικό μυστήριο, που αργότερα θα παραδώσει τη σκυτάλη στο Δράμα του Σαίξπηρ και του Γκαίτε, για να καταλήξει, στη σύγχρονη εποχή, στους εφιάλτες του Κάφκα και του Μπέκετ. Να ειπωθεί, τέλος, ότι ο Ρίχαρντ Βάγκνερ συνέθεσε τη μνημειώδη του όπερα, Το Δαχτυλίδι των Νιμπελούγκεν, βασισμένη στο εν λόγω έπος, και ότι ο σπουδαίος σκηνοθέτης Φριτς Λανγκ το μετέγραψε κινηματογραφικά το 1924, σε ένα από τα ωραιότερα φιλμ του βωβού σινεμά.
Η γοητευτική, με θαυμάσια ελληνικά μετάφραση, καθώς επίσης και η εμπεριστατωμένη εισαγωγή και τα κατατοπιστικά σχόλια, που υπογράφονται από τον διδάκτορα Συγκριτικής Μεσαιωνικής Φιλολογίας Δημήτρη Γ. Πεταλά, δεν εξασφαλίζουν απλώς και μόνο την απόλαυση της ανάγνωσης, αλλά καθιστούν την επιστημονική εργασία του πραγματικό απόκτημα.
Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν: Ο θρύλος του Ζίγκουρντ και της Γκούντρουν (The Legend of Sigurd and Gudrun), επιμέλεια: Κρίστοφερ Τόλκιν, μτφρ.: Θωμάς Μαστακούρης, εκδόσεις Αίολος, Αθήνα, 2009, σ. 461
Ο Θρύλος του Ζίγκουρντ και της Γκούντρουν, όπου Ζίγκουρντ ίσον Ζίγκφριντ και Γκούντρουν ίσον Κρίμχιλντ, ποίημα που έγραψε ο Τόλκιν τις πρώτες δεκαετίες του 1930, κατά πάσα πιθανότητα, αποτελείται από δύο πολύστιχες συνθέσεις, Το νέο άσμα των Βόλσουνγκ και Το νέο άσμα της Γκούντρουν. Είναι βασικά, σύμφωνα με τα λεγόμενα του υιού Τόλκιν, Κρίστοφερ, που επιμελήθηκε, επεξεργάστηκε και παρουσίασε το έργο, η προσπάθεια του πατρός του, δημιουργού τού Αρχοντα των δαχτυλιδιών, που οφείλει τα μέγιστα στο γερμανικό έπος, «να μεταφέρει την αίσθηση μιας χαμένης ηρωικής ποίησης της αρχαίας Αγγλίας». Το υλικό του προέρχεται από ημιτελή σπαράγματα πανάρχαιων μύθων και θρύλων, χαμένων στο σκοτάδι του παρελθόντος, από το νορβηγικό ποίημα του 13ου αιώνα Thidrekssaga, και, βεβαίως, από το Τραγούδι των Νιμπελούγκεν, κυρίως, βασική πηγή έμπνευσης του δικού του ποιήματος. Στο οποίο και μεταφέρει σχεδόν ατόφια συμβάντα από το πρωτότυπο, όπως, επί παραδείγματι, την περίπτωση των παγιδευμένων πολεμιστών που πίνουν ανθρώπινο αίμα για να ξεδιψάσουν. (Μια πρώτη ενδεχομένως νύξη για το βαμπίρ, σύμβολο που θα κυριαρχήσει αργότερα στα παραμύθια τρόμου της Κεντρικής Ευρώπης). Το εξαντλητικό πραγματολογικό υλικό που συνοδεύει τα ποιήματα του Τόλκιν είναι, ίσως, το πλέον ενδιαφέρον στοιχείο της εργασίας του· μιας ποίησης που μεταφέρει εις τα καθ' ημάς το κλίμα, την ατμόσφαιρα και το πνεύμα μιας χαμένης πλέον εποχής στα σκοτάδια του παρελθόντος. Ενδιαφέρουσα η έμμετρη μεταφραστική εργασία του Θωμά Μαστακούρη.
Βίλχελμ Ρίχαρντ Βάγκνερ - Wilhelm Richard Wagner Το Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν
Το Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν ή ορθότερα Το Δαχτυλίδι του Νίμπελουνγκ ( Der Ring des Nibelungen) είναι ο τίτλος μίας επικής τετραλογίας έργων όπερας του Ρίχαρντ Βάγκνερ. Το σύνολο των έργων θεωρείται μία από τις σημαντικότερες δημιουργίες στην ιστορία της μουσικής. Εκτός από τις μουσικές καινοτομίες που εισήγαγε στο είδος της όπερας, το έργο διαθέτει μία πλούσια πλοκή, βασισμένη σε μύθους και παραδοσιακές εξιστορήσεις. Η παρουσίαση ολόκληρης της τετραλογίας πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια τεσσάρων διαδοχικών παραστάσεων, καταλαμβάνοντας συνολικά διάστημα περίπου 15 ωρών. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερες τεχνικές ικανότητες που απαιτεί, καθιστά τον πλήρη κύκλο ως ένα από τα πλέον απαιτητικά αλλά και ενδιαφέροντα έργα του είδους. Το πρώτο μέρος είναι χρονικά το συντομότερο, με διάρκεια συνήθως μεταξύ δύο ή τριών ωρών, ενώ η τελευταία κατά σειρά όπερα, Το Λυκόφως των Θεών, διαρκεί μέχρι και πέντε ώρες.
Αποτελείται από τις επιμέρους τέσσερις όπερες:
- Ο Χρυσός του Ρήνου
- Βαλκυρία
- Ζίγκφριντ
- Το Λυκόφως των Θεών
Ιστορία- Σύνθεση
Το καλοκαίρι του 1848, ο Βάγκνερ ολοκλήρωσε ένα αρχικό προσχέδιο σχετικά με το μύθο των Νιμπελούνγκεν, συνδυάζοντας διαφορετικές πηγές σε μία απλή αφήγηση, ανάλογης πλοκής με αυτή του τελικού Δαχτυλιδιού αλλά και με σημαντικές διαφοροποιήσεις. Τον επόμενο χρόνο, ξεκίνησε τη συγγραφή ενός λιμπρέτου με τον τίτλο Ο θάνατος του Ζίγκφριντ (Siegfrieds Tod). Θεωρείται πιθανό πως αφορμή αποτέλεσαν μία σειρά από δημοσιεύματα στην έκδοση Neue Zeitschrift für Musik, μέσα από τα οποία, μουσικοί συνθέτες της εποχής καλούνταν να συμμετάσχουν στην σύνθεση μιας "εθνικής όπερας", βασισμένη στο έπος των Νιμπελούνγκεν του 12 αιώνα που περιλαμβάνει ως κεντρικό χαρακτήρα, τον ήρωα Ζίγκφριντ. Μέχρι το 1850, ο Βάγκνερ είχε ολοκληρώσει το έργο του και αμέσως στράφηκε στη συγγραφή ενός νέου λιμπρέτου, το οποίο θα περιέγραφε τα νεανικά χρόνια του ήρωα, παρέχοντας παράλληλα στοιχεία που θα εξηγούσαν τα δρώμενα στο Θάνατο του Ζίγκφριντ. Το νέο αυτό έργο, με τον τίτλο Ο νεαρός Ζίγκφριντ (Der junge Siegfried), ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 1851 ενώ το επόμενο διάστημα, ο Βάγκνερ φαίνεται πως έλαβε οριστικά την απόφαση να περιλάβει τις ιδέες του σε έναν κύκλο συνολικά τεσσάρων έργων, τα οποία θα παρουσιάζονταν κατά τη διάρκεια τεσσάρων διαδοχικών παραστάσεων. Ο πρωταρχικός κύκλος του Δαχτυλιδιού περιλάμβανε τις όπερες: Ο Χρυσός του Ρήνου, Βαλκυρία, Ο νεαρός Ζίγκφριντ και Ο θάνατος του Ζίγκφριντ.
Το κείμενο που περιέγραφε το σύνολο των τεσσάρων έργων ολοκληρώθηκε το Δεκέμβριο του 1852 και τυπώθηκε ιδιωτικά το 1853. Το Νοέμβριο του ίδιου έτους, ο Βάγκνερ ξεκίνησε τη συγγραφή του Χρυσού του Ρήνου. Η σύνθεση της τετραλογίας συνεχίστηκε μέχρι το 1857, περίοδο κατά την οποία ο Βάγκνερ εγκατέλειψε για ένα μεγάλο διάστημα το έργο, περίπου δώδεκα ετών, και παράλληλα ασχολήθηκε με άλλα έργα μεταξύ των οποίων και η όπερα Τριστάνος και Ιζόλδη. Το 1869, επέστρεψε στον κύκλο του Δαχτυλιδιού τον οποίο και ολοκλήρωσε, μετονομάζοντας συγχρόνως τα δύο τελευταία μέρη.
Πρώτες παραγωγές
Κατά την περίοδο του βασιλιά Λουδοβίκου Β' της Βαυαρίας, παρά τις αντιρρήσεις του ίδιου του Βάγκνερ, πραγματοποιήθηκαν ειδικές πρώιμες παραγωγές για τον Χρυσό του Ρήνου και τη Βαλκυρία. Η πρεμιέρα του πρώτου μέρους του κύκλου έγινε στις 22 Σεπτεμβρίου του 1869, ενώ το δεύτερο μέρος στις 26 Ιουνίου του 1870. Ο Βάγκνερ επιθυμούσε την κατασκευή ενός ειδικά διαμορφωμένου θεάτρου, σχεδιασμένο από τον ίδιο, προκειμένου να παρουσιάσει πλήρως την τετραλογία και σύμφωνα με τα πρότυπα του. Για το σκοπό αυτό, το 1872 μεταφέρθηκε στο Μπαϊρόιτ, όπου είχε αποφασιστεί η ανέγερση του, και προσπάθησε να συγκεντρώσει τα κεφάλαια για την κατασκευή. Το σχέδιο του Βάγκνερ διασώθηκε χάρη στην οικονομική συνδρομή του βασιλιά Λουδοβίκου και ολοκληρώθηκε τελικά το 1876, χρονιά κατά την οποία λειτούργησε για πρώτη φορά η όπερα (Bayreuth Festspielhaus). Η πρώτη παρουσίαση του πλήρους κύκλου των έργων του Βάγκνερ έγινε στο διάστημα 13-17 Αυγούστου του 1876.
Μουσική
Ο Βάγκνερ δεν ήταν ικανοποιημένος από την παραδοσιακή δομή της όπερας ως μία σειρά διακριτών μουσικών τμημάτων. Στη σύνθεση του Δαχτυλιδιού αποφάσισε να υιοθετήσει ένα νέο ύφος, όπου κάθε πράξη μιας όπερας θα ήταν ένα πλήρες μουσικό κομμάτι χωρίς παύσεις. Για το σκοπό αυτό, χρησιμοποίησε αυτό που αποκαλούσε ο ίδιος Grundthemen, δηλαδή βασικά θέματα, γνωστά περισσότερο με τον όρο Leitmotifs. Πρόκειται ουσιαστικά για καθοδηγητικά μουσικά όργανα που επαναλαμβάνονται κατά τη διάρκεια του έργου και ταυτίζονται με την παρουσία ενός χαρακτήρα ενώ άλλες φορές βοηθούν στην κατανόηση των δρώμενων ή της συναισθηματικής κατάστασης ενός ήρωα. Για παράδειγμα, όταν ένας χαρακτήρας εμφανίζεται μεταμφιεσμένος στη σκηνή, το άκουσμα του μουσικού θέματος που σχετίζεται με το συγκεκριμένο χαρακτήρα επιτρέπει στον θεατή να αντιληφθεί ποιος είναι στην πραγματικότητα. Αν και άλλοι συνθέτες έκαναν χρήση των Leitmotif, πριν τον Βάγκνερ, στο Δαχτυλίδι θεωρείται πως βρήκαν την πλέον άρτια εφαρμογή τους ενώ επιπλέον χρησιμοποιήθηκαν σε πολύ μεγάλη έκταση και με πολλούς διαφορετικούς συνδυασμούς και συσχετίσεις. Ορισμένα από τα μοτίβα λειτουργούν ως σχολιασμός μιας σκηνικής δράσης ή μιας αναφοράς των διαλόγων. Παράλληλα μπορεί να συνδέονται μεταξύ τους υπονοώντας ταυτόχρονα και σύνδεση μεταξύ των θεμάτων που αντιπροσωπεύουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της μεθόδου αποτελεί η μετάβαση από την πρώτη στη δεύτερη σκηνή στο Χρυσό του Ρήνου, όταν το μουσικό θέμα του δαχτυλιδιού δίνει τη θέση του στο μουσικό θέμα της Βαλχάλλα, του ανακτόρου του Βόταν από το οποίο μπορεί να επιβάλει την εξουσία του. Με αυτό τον τρόπο, ένα μουσικό θέμα στην όπερα του Βάγκνερ, αποκτά πολλαπλά επίπεδα συμβολισμού, χωρίς να περιορίζεται στην απλή αναγνώριση ενός χαρακτήρα.
Ένα ακόμα βασικό μουσικό χαρακτηριστικό της όπερας του αποτελεί η χρήση της ορχήστρας. Ο Βάγκνερ χρησιμοποίησε πολλά όργανα, μεταξύ αυτών και την τούμπα Βάγκνερ (όργανο που εφηύρε ο ίδιος) και συνολικά 17 διαφορετικές οικογένειες οργάνων προκειμένου να διαθέτει πολλές δυνατότητες συνδυασμών με απώτερο σκοπό την καλλιέργεια πολλών διαφορετικών συναισθημάτων κατά τη διάρκεια των σκηνικών δρώμενων. Για τον ίδιο λόγο αποδυνάμωσε την παραδοσιακή έννοια της τονικότητας, υπό την έννοια πως το μεγαλύτερο μέρος του Δαχτυλιδιού και ειδικά μετά την τρίτη πράξη της όπερας Ζίγφριντ, δεν μπορεί να θεωρηθεί πως βρίσκεται σε κάποια μουσικά κλειδιά όπως παραδοσιακά καθορίζεται, αλλά μάλλον σε περιοχές κλειδιών, κάθε μια από τις οποίες μετακυλά ομαλά στην επόμενη.
Πηγές:
Κατά την περίοδο 1792 - 1814 η Βορμς αποτελούσε πόλη της Γαλλίας, ενώ το 1816 προσαρτήθηκε στο κρατίδιο της Έσσης - Ντάρμσταντ. Τον 19ο αιώνα, με τον ερχομό της βιομηχανικής επανάστασης, οι κύριες δραστηριότητες της πόλης ήταν, εκτός από το σημαντικό εμπόριο κρασιών, η δημιουργία βιομηχανιών μηχανικών κατασκευών, χημικών και συνθετικών υφαντικών υλών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου